Φωλιάζουν οι σταυραϊτοί στου βράχου τα στεφάνια,εφώλιασε κι ο Φωτεινός στον εγκρεμό του Kόντρου. Tέσσαροι τοίχοι κάτασπροι, ο κάτοικας, τ’ αχούρι, η μάντρα για τα πρόβατα, μια δεκαριά κυβέρτια, πλατύς, καθάριος οβορός, ζωσμένος διπλολίθι, όπου επρασίνιζε πυκνός ο νύλακας, το μύρτο, τ’ αγιόκλημα, η μελετινή, κι όπου άπλωνε ένας φράξοςτα δροσερά κλωνάρια του σφιχτά περιπλεγμέναμ’ ένα φτακοίλι καρπερό και μ’ ένα βοϊδομάτη: είν’ το βασίλειο του φτωχού. T’ άρεσε πάντα εκείθενα χαίρεται τη θάλασσα, π’ όσο πλατύτερ’ είναιτόσο σου κλέφτει την καρδιά, τόσο το νου σού πνίγει. Tην έβλεπε χίλιες μορφές ν’ αλλάζει, χίλιες όψες, πότε να γλείφει το γιαλό, προσκυνημένη δούλα, και πότε να τον μάχεται, τρελή, ξεστηθωμένη, μ’ ανεμοσκόρπιστα μαλλιά και μ’ αφρισμένο στόμα. K’ ήταν η έρμη Eλληνική! K’ υπόφερνε να νιώθειτα φράγκικα τα κάτεργα τη ράχη της να οργώνουν, και να της δέρνει τα πλευρά με τα κουπιά του ο Ξένος!
Όταν μου έλεγε η φιλόλογος για το βράχο του Κοντρου όταν μου ζητούσε να περιγράψω το περιβάλλον του Φωτεινού το θεωρούσα γελοίο Γιατί για εμένα η συγκεκριμένη τοποθεσία ήταν τόπος μαρτυρίου Έτυχε να έχει ο πατέρας μου ένα μικρο λιοστάσι ακριβώς διπλα. Οσο ήμουν πιτσιρικάς όργωνα της μικρές σπηλιές και της τρύπες παίζοντας τον αντάρτη και τους χωροφύλακες.
Ελα όμως που ο αντάρτης μεγάλωνε και κάποια στιγμή έπρεπε να μαζεύει τα λιοπανα ,της ελιές που έφευγαν από τα ρούχα,και στη συνέχεια όσο μεγάλωνε να ανεβαίνει στα δέντρα να τα τινάζει Το Σεπτέμβρη τα απογεύματα όταν ο ήλιος εγερνε και δεν είχε το κάψιμο,πηγαίναμε στο Κοντρο για καθάρισμα,που σήμαινε, έπρεπε να τσακώνομαι με τα γαϊδουράγκαθο,τα ψιλιθρα,και την αγριάδα,έτσι ώστε να είναι καθαρό το χωράφι για το στρώσιμο,και το μάζεμα αργότερα το χειμώνα Όταν έλεγα στη κυρα Θοδώρα για το Φωτεινό πάντα μου είχε την απάντηση έτοιμη........τα βλέπεις φτωχός ήτανε ο άνθρωπος τι να κάνει.. γι αυτό μάθε παιδι μου γράμματα,να πιάσεις να τρως από τη καραβάνα Και εμένα με έπιαναν τα δαιμόνια,από τη μια το αχούρι με το τεράστιο τον οργο που δεν γέμιζε ποτέ με ελιές για να τελειώνει το μαρτύριο Από την άλλη η καραβάνα που για μένα κάτι σαν φυλακή μου φαίνονταν και στο παιχνίδι και αυτός ο Φωτεινός.
Πολλές φορές αναρωτιόμουν ,μα για τη κακή μου τη τύχη βρέθηκα εδώ όλα συνωμοτούν για να μου κάνουν τη Ζωή ποδήλατο;;;
Πέρασε ο καιρός οι διπλολιθιες γκρεμίστηκαν,το αχούρι έμειναν μόνο οι τοίχοι,της ελιές της εκδικήθηκα και της έκανα καυσόξυλα.
Έμεινε μόνο ο Φωτεινός να μου θυμίζει αυτό το φως του δειλινού στην επιστροφή από το Κοντρο τη πιο γλυκιά ώρα της ημερας. Το έχει φαίνεται το όνομα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου