ΘΥΓΑΤΗΡ ΜΩΡΑ ΚΑΙ ΜΗΤΗΡ. [Αρχαία Ελληνική Γραμματεία-Μύθοι Αισώπου]
Γυνή τις είχε θυγατέρα παρθένον μωράν, πάντοτε ούν ηύχετο τή θεάνούν αυτή χαρίσασθαι, ευχομένης δέ αυτής παρρησία ή παρθένοςήκουσε και τόν λόγον κατείχε.Μέθ’ ημέρας δέ τινάς σύν τή μητρί είς αγρόν εξελθούσα καί τής προαυλίουπροκύψασα θύρας είδεν όνον θήλειαν ύπ’ ανθρώπου βιαζομένην καίπροσελθούσα τώ ανθρώπω είπε, “τί ποιείς, άνθρωπε;” ό δέ φησί,“νούν αυτή εντίθημι,” αναμνησθείσα δέ ή μωρά, ότι καθ’ εκάστηνή μήτηρ νούν αυτή ηύχετο, παρεκάλει αυτόν λέγουσα, “ένθες, άνθρωπε,κα’μοί νούν,” καί γάρ ή μήτηρ μου πρός τούτο πολλά σοί ευχαριστήσει,” ό δέυπακούσας κατέλιπεν τήν όνον και διεπαρθένευσε τήν κόρην φθείρας αυτήν,η δέ διεφθαρμένη μετά περιχαρείας έρχεται πρός τήν μητέρα αυτής λέγουσα.“Ιδού, μήτερ, κατά την ευχήν σου νούν έλαβον,” ή δέ μήτηρ αυτής φησίν,“εισήκουσάν μοι οί θεοί τής ευχής,” η δέ μωρά έφη, “ναι μήτερ” η δε φησίν“καί ποίω τρόπω τούτο έγνω” η δε μωρά έφη, “άνθρωπος τις μακρόν ποίρονκαι δύο στρογγύλα νευρώδη έθηκεν εν τή κοιλία μου έσω βαλών καί έξωεντρέχων[ενέβαλε μοι] κα’γώ ηδέως είχον,” η δέ μήτηρ ακούσασα και ιδούσα έφη,“ώ τέκνον, απώλεσας και όν πρώτον είχες νούν.”
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου