Πέμπτη 30 Οκτωβρίου 2008

Οικονομικες προσεγγισεις



Φούρναρης: Ψίχουλα

Μανάβης: Κολοκύθια

Αγρότης: ζήσε Μάη μου να φας τριφύλλι

Ανθοπώλης: Μαρασμός

Υφασματέμπορος: Πανί με πανί

Ψαράς: Ούτε λέπι

Φαρμακοποιός: Με το σταγονόμετρο

Ηλεκτρολόγος: Δεν βλέπω φως

Υδραυλικός: μούφα η δουλειά

Μηχανικός αυτοκινήτων: Στο ρελαντί

Έμπορος χαλιών: Χάλια

Κομμωτής: Τρίχες

Ψιλικατζής: Ψιλοπράγματα

Νεκροθάφτης: Ψόφια πράγματα

Τυπογράφος: Ούτε φύλλο

Ο απέναντι νεκροθάφτης: Μεγάλη νέκρα

Βοθρατζής: Σκατά

Ναυτικός: Πιάσαμε πάτο

Στρατιωτικός: βήμα σημειωτόν

Τσατσά: Πο*τσες

Πόρνη: Αραχνιάσαμε

Χρηματιστής: Δεκάρα τσακιστή


Πρωθυπουργός: Παραλάβαμε χάος

Τρίτη 28 Οκτωβρίου 2008

Το Μοναστηρι........





Άλλη μια εθνική εορτή .

Ποτέ δεν κατάλαβα γιατί έχουμε εθνικές εορτές την έναρξη ενός πόλεμου και όχι την λήξη του.

Που είναι και το χαρμόσυνο γεγονός

Τρίτη 21 Οκτωβρίου 2008

Οι αρετές του Έλληνα…











Οι αρετές του Έλληνα…
Όταν ο Θεός δημιούργησε τα έθνη, έδωσε στο κάθε έθνος από δύο αρετές.Έτσι, έκανε τους Αμερικάνους τακτικούς και νομοταγείς, τους Γερμανούς αποφασιστικούς και μελετηρούς, τους Ιάπωνες εργατικούς κι υπομονετικούς.
Για τους Ελληνες είπε:- θα είναι έξυπνοι, τίμιοι και θα δουλεύουν στο δημόσιο.
Όταν τελείωσε τη δημιουργία του Κόσμου τον πλησίασε ο Αρχάγγελος Γαβριήλ και του είπε:
- Κύριε, έδωσες σε όλα τα έθνη από δύο αρετές αλλά στους Ελληνες έδωσες τρεις. Αυτό θα τους κάνει πολύ ισχυρούς και θα διαταράξει τις ισορροπίες πάνω στη γη.
- Εχεις δίκιο Γαβρίλε, είπε ο Κύριος. Στάθηκα απρόσεχτος κι αυτή μου ηαπροσεξία θα κάνει τους Έλληνες να κυριαρχήσουν σε όλο τον κόσμο. Κάτιπρέπει να κάνω αλλά δεν μπορώ να ανακαλέσω τις αρετές που τους έδωσα.Το βρήκα. Θα παραμείνουν και οι τρεις αρετές αλλά κάθε Ελληνας θα μπορεί να κάνει χρήση μόνο των δύο.
Κι έτσι κι έγινε.
Αν ένας Ελληνας είναι τίμιος και δουλεύει στο δημόσιο δεν είναι έξυπνος,αν είναι έξυπνος και δουλεύει στο δημόσιο δεν είναι τίμιος, κι αν είναι έξυπνος και τίμιος δεν δουλεύει στο δημόσιο.

Δευτέρα 13 Οκτωβρίου 2008

Bρεττος Νικολαος 1928 2008 Ο μεταναστης



Γράφτηκε το 1972 στη Γερμανία.
Και στάλθηκε στο Γιώργο Φερεντινο


Μέσα απ τα σκλαβοπάζαρα,
εδώ της Γερμανίας
σου γράφει ολίγα πράγματα
ο Νίκος ο Μανίας.
Όπως και εσύ χρημάτισες,
γονείς σε τούτη γη,
και ένιωσες στα στήθια σου,
τη πατρική στοργή.
Έτσι και εγώ χρημάτισα ,
πατέρας στη ζωή μου,
και δυστυχώς αγαπητέ,
δεν ξέρω το παιδί μου.
Σε πιάνε έκανα κακό;
Ποιος μ έχει εμέ δικάσει;
Να μην γνωρίζω το παιδί,
που έφερα στη πλάση.
Ποιο μαύρο χέρι κι άραχνο,
με έδιωξε μακριά του;
Και τ άφησε έτσι ορφανό,
μόνο με τη μαμά του;
Ποιος είναι αυτος που φέρθηκε;
Απάνθρωπος η τέρας;
Να του στερήσει ότι παν που λέγετε πατέρας;
Και ποιος κακούργος,
σαν κι αυτόν υπάρχει εδώ στη πλάση,
ένα αγγελούδι άχολο να το καταδικάσει;
Είναι μια μαύρη συννεφιά,
στήνει φαρδιά τα βρόχια,
και διώχνει κάθε δυστυχή,
και την φωνάζουν φτώχεια.

Καλό ταξίδι πατέρα

Κυριακή 5 Οκτωβρίου 2008

O ταχυ.......δρομος




Προχθές σαν πρώτη του μήνα είχα την αποστολή να κατέβω στη πόλη και να πάρω της συντάξεις.

Οι εντολές ήταν αυστηρές, θα είσαι εκεί επτά και μισή ,

η Μαρία η ταχυδρόμος φωνάζει ονόματα,

μην πας αργότερα δεν θα έχει λεφτά

Η μανα έχει συνηθίσει να με συμβουλεύει σα να είμαι μικρο παιδί. Πραγματικά και εγώ ως συνήθως,

ξύπνησα οκτώ, όχι ρε γαμώτο σήμερα;;

Βούτηξα τη μηχανή και χωρίς καφέ κατευθείαν στη πόλη

Έξω από το ταχυδρομείο ήταν μπουλούκια γεροντάκια σα σκόρπια διαδηλωση.

Μεσα ησυχία αρχισα να αναρωτιέμαι μήπως χωρίς καφέ κάνω κάτι λάθος.

Ρώτησα για της συντάξεις , μου είπαν ότι η Μαρία πήρε τα λεφτά και τα μοιράζει στο σουβλατζίδικο.



Σουβλατζίδικο;;



Έξω από το ταχυδρομείο,είναι δυο ένα αριστερά ένα δεξιά



Αυτό είναι θα πιω καφέ



Τα μπουλούκια έξω ήταν τα τιμημένα γερατειά που περίμεναν τη σύνταξη



Το κάθε μπουλούκι ήταν και από άλλο χωριο. Βρήκα το μπουλούκι μου στο σουβλατζίδικο,παράγγειλα ένα διπλό εσπρέσο από το καφέ δίπλα,και άρχισε το σόου, η Μαρία έβγαλε καμιά 20αρια χιλιάδες στο τραπέζι,και τα γεροντάκια σταφύλι από πάνω,εγώ στη περιφέρεια άκουγα ονόματα που έπαιρναν το χαρτί της πληρωμής και έβλεπα πρόσωπα που είχα καιρούς να δω.


Φυσικά το καλαμπούρι έδινε και έπαιρνε, πήρα τα χαρτιά και περίμενα εκεί έβλεπες τη διαφορά,


ξέροντας αυτούς τους ανθρώπους από μικρο παιδί ,


δεν είχαν αλλάξει και πολύ,


οι βιαστικοί , βιαστικοί


οι πονηροί, πονηροι.


Και χαρούμενοι πάντα χαρουμενοι.


Ενας σύντροφος πέρασε με το ποδήλατο φωνάζοντας ,


ντροπή ντροπή,


εκεί κατάντησαν τα γερατειά να τα σέρνουν στο πεζοδρόμιο για να τους δώσουν της συνταξεις.


Εγω σκεφτόμουν ήπια καφέ, άκουσα και τα αστεία,


φέρνοντας με σε άλλες εποχές, έκανα και τη δουλεια μου.


Βαλε τώρα τρία μπουλούκια από 15 άτομα στην ουρά αν τα καταφερεις....


Για να φτάσουν στον Αγιο Μηνα.


Ο νεοέλληνας ήθελε τη γραμμή ,αυτή τη γραμμή που διαλέγει εδώ και τοσα χρόνια και έφτασε στο σημείο να κανονίζει η τράπεζα πότε θα κάνει σεχ με τη γυναίκα του.


Ηταν ενα ωραιο πρωινο.